obv
1 Θε[οτ]όκε βοήθει
rev
1 Θεοφυ-
2 [λ]άκτῳ ἀρ-
3 χιεπισκό-
4 π(ῳ) Κωνσταν-
5 τ(ινου)πόλ(εως) Νέα(ς)
6 Ῥώμης
Purchased from Emil Kosev (Shumen) in 1994
―
―
Θεοτόκε βοήθει Θεοφυλάκτῳ ἀρχιεπισκόπῳ Κωνσταντινουπόλεως Νέας Ῥώμης
Mother of God, aid Theophylaktos, archbishop of Constantinople, the New Rome
―
―